Έτσι, εκπαιδεύτηκε να θυμάται. Ανακαλώντας τα γεγονότα, έβλεπε τον εαυτό της να βγαίνει μέσα από παραμορφωτικούς καθρέφτες. Μια λέξη, ένας ήχος, γινόταν αίφνης το κλειδί που άνοιγε μια πόρτα ερμητικά κλειστή, γινόταν η αστραπή που φώτιζε ένα αθέατο τοπίο. Υποχρέωνε, ικέτευε τις στιγμές να υπάρξουν και πάλι.
Οι μνήμες της δεν ήταν ποτέ απολύτως καθαρές, υπήρχε μια καλειδοσκοπική διαστρέβλωση, που ωστόσο δεν αλλοίωνε την υποκειμενική της πραγματικότητα, αντιθέτως την παρέθετε ενώπιόν της με μια φασματική λάμψη.
Τώρα στέκεται μισοζαλισμένη στο μπαλκόνι με ένα τσιγάρο στο χέρι, μες στο καταχείμωνο, φορώντας μάλλινα, σκούφο και γάντια, και αναρωτιέται τι πήγε στραβά και βρίσκεται μισοζαλισμένη στο μπαλκόνι με ένα τσιγάρο στο χέρι, μες στο καταχείμωνο, φορώντας μάλλινα, σκούφο και γάντια, να αναρωτιέται τι πήγε στραβά.
Στιγμές, πρόσωπα και εικόνες από την παιδική ηλικία, παράλληλα με μιαν ανειλικρινή εξομολόγηση. Η Αντιγόνη ανακαλεί και ανασκευάζει τα γεγονότα, έχει ερωτήματα, δεν έχει τις απαντήσεις, η ενηλικίωση αργεί. Εκεί κάτω στον ουρανό, θα βρει μόνον τις μνήμες της.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.