Από τον προεπαναστατικό κλεφταρματολισμό έως τις αρχές του 20ού αιώνα ο ελληνικός στρατός υπήρξε ένας κομβικής σημασίας θεσμός. Είτε ως ο κύριος μηχανισμός για τη διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων κατά τη δεκαετία του 1820 είτε ως το κύριο μέσο για την επιβολή της κεντρικής εξουσίας στο νεοσύστατο κράτος, η οργανωτική δομή του στρατεύματος και ο ρόλος του βρίσκονταν στο επίκεντρο των συζητήσεων, των αντεγκλήσεων και των πολιτικών αποφάσεων. Πολύ δε περισσότερο, όταν τέθηκε δι’ επισήμων χειλέων το 1844 το ζήτημα της Μεγάλης Ιδέας. Η αποτελεσματική συγκρότηση του στρατιωτικού μηχανισμού συνιστούσε απαραίτητο όρο για την υλοποίηση του εθνικού οράματος. Αλλά αν σε αυτό συμφωνούσαν όλοι -πολιτειακή, πολιτική ηγεσία, κοινή γνώμη- η εφαρμογή ενός πειστικού προγράμματος προσέκρουε στην αδήριτη οικονομική, πολιτική και διπλωματική πραγματικότητα.
Η επαναστατική εμπειρία απέδειξε ότι ήταν αδύνατο να σχηματιστεί τακτικός στρατός για τη διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων. Το ευφυές σχέδιο του Καποδίστρια της περιόδου 1828-1831 έγινε γρήγορα ανάλωμα των εμφυλίων συρράξεων που ακολούθησαν. Κατά την τριακονταετία της οθωνικής βασιλείας επιτεύχθηκε η οργάνωση στρατού, προορισμένου όμως να στηρίξει τις επιλογές της κεντρικής εξουσίας. Τι κι αν η καλοπροαίρετη και ρομαντική αλλά ανίκανη να ερμηνεύσει την πραγματικότητα βασίλισσα Αμαλία καλούσε “ν’ ανάψη η επανάστασις” μέσα στον φιλοπόλεμο οίστρο του 1854. Η υιοθέτηση της μεγαλοϊδεατικής πολιτικής στα μέσα του αιώνα εγκαινίαζε έναν αδιέξοδο κύκλο στρατιωτικών κινητοποιήσεων, οι οποίες έως το “ατυχές” 1897 υπογράμμισαν μια αναμφίλεκτη πραγματικότητα: η οποιαδήποτε απόπειρα αλυτρωτικής πολιτικής εξυπηρετούσε εύπεπτες και εφήμερες πολιτικές μεγαλοστομίες, συνήθως προεκλογικού χαρακτήρα, ικανές να συσκοτίσουν την πραγματικότητα. Η οικονομική καχεξία, η διπλωματική συνήθως απομόνωση και η απουσία μακροπρόθεσμου σχεδιασμού κατέστησαν τη Μεγάλη Ιδέα μια εθνική χίμαιρα και τον στρατιωτικό μηχανισμό έρμαιο των κομματικών αντεγκλήσεων και πειραματισμών. Οι ισχυροί κόλαφοι της τελευταίας δεκαετίας του 1890 -η πτώχευση, ο ελληνοτουρκικός πόλεμος και ο αναπόφευκτος Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος- αποτυπώνουν με ενάργεια την αλληλεπίδραση των οικονομικών, πολιτικών και εθνικών δεδομένων, σε μια σπειροειδούς χαρακτήρα αδιέξοδη κατάληξη.
Η εσωστρέφεια που ακολούθησε γονιμοποίησε έναν ενδιαφέροντα προβληματισμό και μια επανατοποθέτηση του εθνικού ζητήματος. Και η τομή του 1909 υπήρξε “επαναστατική” κατά τούτο: έγινε η αφετηρία για έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, στηριγμένο στον αναγκαίο αστικό θεσμικό εκσυγχρονισμό, μακριά από τυχοδιωκτικές και δονκιχωτικού χαρακτήρα επιδιώξεις.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.