Σε αυτούς τους πέντε εκλεπτυσμένους αυτοβιογραφικούς στοχασμούς, ο Ίταλο Καλβίνο ανατρέχει στο δικό του παρελθόν, θυμάται αμήχανους περιπάτους με τον πατέρα του από την παιδική του ηλικία, την παντοτινή λατρεία του για τον κινηματογράφο και τον αγώνα του με τους παρτιζάνους της ιταλικής Αντίστασης κατά των φασιστών. Συλλογίζεται επίσης τα κοινωνικά συμβόλαια, τη γλώσσα και τον πολιτισμό, την αίσθηση που του προκαλεί το να μαζεύει τα σκουπίδια από το καλάθι της κουζίνας και να τα πετάει, καθώς και το σχήμα που πιστεύει πως θα είχε ο κόσμος. Οι προβληματισμοί του αυτοί σχετικά με τη φύση της ίδιας της μνήμης είναι συναρπαστικοί, πνευματώδεις και φωτίζονται από την αλχημική ευφυΐα αυτού του σπουδαίου συγγραφέα. Σε τούτο το βιβλίο, ένα βιβλίο εξόχως προσωπικό και ακριβώς για αυτό ακατάτακτο, αναδεικνύονται όλες οι αστραφτερές αρετές του, η αντισυμβατική και αναλυτική του ματιά, η αφηγηματική και δοκιμιακή του δεινότητα, η ανθρωπιστική και κριτική του εγρήγορση. Ο Δρόμος του Σαν Τζοβάνι λειτουργεί, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Τσέζαρε Γκάρμπολι στο επίμετρο της έκδοσης, ως μια «μεταφορά» για ολόκληρη τη λογοτεχνία του Ίταλο Καλβίνο.
«Βρισκόμασταν στην εσχατιά του θεάτρου στρατιωτικών επιχειρήσεων της ιταλικής Αντίστασης, χωρίς φυσικούς πόρους, συμμαχική βοήθεια και ισχυρούς πολιτικούς ηγέτες· ήταν, όμως, μια από τις εστίες του πιο σφοδρού και αμείλικτου αγώνα καθ’ όλη τη διάρκεια των είκοσι μηνών, και από τις περιοχές που είχαν τις μεγαλύτερες απώλειες. Μου ήταν πάντα δύσκολο να διηγούμαι σε πρώτο πρόσωπο τις αναμνήσεις μου από το αντάρτικο. Θα μπορούσα να το κάνω σύμφωνα με διάφορα αφηγηματικά κλειδιά, εξίσου αληθινά όλα: από το να ανακαλώ τη συγκίνησή μου για τις σχέσεις που διακυβεύονταν, για τους κινδύνους, τις αγωνίες, τις αποφάσεις, τους θανάτους, μέχρι αντιθέτως να επικεντρωθώ στην ηρωικοκωμική αφήγηση των αβεβαιοτήτων, των λαθών, των αντιξοοτήτων και των περιπετειών που αντιμετώπιζε ένας νεαρός αστός, πολιτικά άπειρος και χωρίς καμία εμπειρία ζωής, ο οποίος μέχρι τότε ζούσε με την οικογένειά του».
Ίταλο Καλβίνο