Το ξημέρωμα οι Γιαπωνέζοι ανέβαζαν ακόμα στο κατάστρωμα νεκρές φάλαινες. Τους είδαμε να σκοτώνουν καμιά εικοσαριά, τη μια μετά την άλλη, κι είχαν δουλέψει όλη τη νύχτα δίχως σταματημό, έτσι είναι αδύνατο να ξέρουμε πόσες σκότωσαν. Τα νερά του όρμου έζεχναν αίμα και παντού επέπλεαν κομματιασμένες σάρκες. Ένιωθα ότι φτάναμε στο τέλος ενός μεγάλου ταξιδιού. Μου έφταναν όλες οι ατιμίες που είχα δει. Σκέφτηκα ν’ αφήσω τον Πέδρο Τσίκο και να ριχτώ μ’ όλη τη δύναμη του Φινιστέρρε στο μηχανοστάσιο του Νισίν Μάρου. Έχω πεντακόσια λίτρα καύσιμα στο καράβι κι αυτό γίνεται μια μολότωφ ένα κι ένα. Ο Πέδρο διάβασε τη σκέψη μου και για δεύτερη φορά μου μίλησε σαν ξένος: ”Όχι, αφεντικό. Εγώ είμαι απ’ αυτά τα νερά πιο πολύ απ’ ό,τι εσύ”. Και κατέβασε τη βάρκα.
Μια κραυγή διαμαρτυρίας για το ανελέητο κυνήγι της φάλαινας που βάφει κόκκινες τις θάλασσες. Η μάχη των οικολογικών οργανώσεων ενάντια στο καταστροφικό εμπόριο των Ιαπώνων. Η αγωνία του θαλάσσιου κήτους, η μεγαλοσύνη και η ποιότητα της ψυχής του, δοσμένες με “μαγικό ρεαλισμό”.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.