Στην οδό Ρεμύ-Ντυμονσέλ, στο 14ο δημοτικό διαμέρισμα του Παρισιού, βρίσκεται ένα λευκό κτίριο – ένας οίκος ευγηρίας που ονομάζεται Tiers-Temps. Στο κέντρο της αυλής, ένα μοναχικό δέντρο. Ανάμεσα στους ενοίκους, ένας ψηλόλιγνος άντρας με πρόσωπο σκυθρωπό και μάτια διαπεραστικά, παίζει με τις αναμνήσεις του –στο Φόξροκ της παιδικής του ηλικίας, στο Δουβλίνο των νεανικών του χρόνων, στο κατεστραμμένο από τους βομβαρδισμούς του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου Σαιντ-Λο, στην εξοχική του κατοικία στο Υσσύ–, ακροβατώντας ανάμεσα σε δύο γλώσσες, τα αγγλικά της Ιρλανδίας του και τα γαλλικά της λογοτεχνικής του εξορίας. Αυτός ο ηλικιωμένος κύριος ονομάζεται Σάμιουελ Μπέκετ.
Μέσα από τις προσωπικές αφηγήσεις του ίδιου του συγγραφέα, αλλά και τις αναφορές του νοσηλευτικού προσωπικού του Tiers-Temps, το μυθιστόρημα της Μαϋλίς Μπεσσερί αποκαλύπτει έναν Μπέκετ συναρπαστικό ο οποίος, περιμένοντας το τέλος του, γίνεται κατά κάποιον τρόπο ένας από τους χαρακτήρες του έργου του. Παράλληλα με την καθημερινότητά του στο Tiers-Temps, όπου όντως διέμεινε ο Μπέκετ για μερικούς μήνες, μετά τον θάνατο της γυναίκας του, το 1989, παρακολουθούμε να παρελαύνουν πρόσωπα και γεγονότα που σφράγισαν την ύπαρξή του. Η συγκίνηση του αναγνώστη κορυφώνεται, καθώς το μυθιστόρημα συνοδεύει τον μεγάλο Ιρλανδό προς την έσχατη σιωπή του.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.