“…Αυτά τα λόγια είπε η γυναίκα που φορούσε δύο χρυσές αράχνες στ’ αυτιά της. Άλλωστε η Κριστιάνα δεν είχε συναντήσει ακόμη τον Ντόριαν Γκάλβεστον, αλλά είχε τη χειρότερη γνώμη γι’ αυτόν. Στο κάτω-κάτω, αυτός ο Ντόριαν δεν ήταν παρά ένας πλούσιος, κακομαθημένος πλαίη-
μπόυ, που κολλούσε θρασύτατα σ’ όλες τις κοπέλες των καλών, αλλά ξεπεσμένων οικογενειών”.
Στη νουβέλα αυτή της Νατάσας Χατζιδάκι, η γραφή είναι ένα κάτοπτρο -πότε παραμορφωτικό και πότε καθ’ όλα ακριβές και ψυχρό-, όπου μέσα του “απαθανατίζονται” σε ρυθμό έντονης αλληλοδιαδοχής, εικόνες σχέσεων του ελληνικού χώρου σε αντιπαράθεση με αντίστοιχες μιας
ευρωπαϊκής μεγαλούπολης.
Η θραυσματικότητα της αφηγηματικής ροής ενισχύει το μετέωρο ύφος του βιβλίου και οι αιφνίδιες αλλαγές ρυθμών αναγκάζουν τον αναγνώστη να οργανώσει μια “τακτική” αντιμετώπισής τους. Βέβαια υπάρχει και η άλλη εκδοχή: να αφεθεί στο σκοτεινό τούνελ, νιώθοντας τα νερά ν’
ανεβαίνουν.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.