Ο Ασούφ, ένας Βεδουίνος βοσκός που ζει απομονωμένος στα βάθη της ερήμου, είναι δεμένος με τα πλάσματά της και σέβεται την ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ ανθρώπου και φύσης μέσα σε κείνο το σκληρό περιβάλλον. Μόνο αυτός συντονίζεται με τα αινίγματα του τόπου, και γι’ αυτό ακριβώς έχει οριστεί φύλακας των αρχαίων βραχογραφιών μιας κοιλάδας. Μόνο αυτός, επίσης, γνωρίζει τους δρόμους του θρυλικού αγρινού, ενός αγριοκάτσικου του βουνού που φημίζεται για το νόστιμο κρέας του. Ο Ασούφ αποφεύγει κάθε επαφή με τους συνανθρώπους του, όχι όμως και με τα περαστικά καραβάνια. Ο ίδιος και το αγρινό, που το θεωρεί ζώο ιερό, απειλούνται από τον ερχομό δύο κυνηγών. Οι συγκεκριμένοι άνδρες έχουν ήδη σφάξει κάμποσες γαζέλες και πλέον θέλουν να γευτούν κρέας αγρινού. Απαιτούν έτσι από τον Ασούφ να τους δείξει το μέρος όπου συνήθως κρύβεται το εντυπωσιακό, άπιαστο ζώο με τα στριφογυριστά κέρατα. Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στη νότια Λιβύη και διαπλέκει την παραδοσιακή πραγματικότητα της ερήμου με τον σαγηνευτικό μυστικισμό της. Ο ποιητικός Ιμπραχίμ αλ Κούνι, υπαρξιακός και οικολογικός εξίσου, αγγίζει την καρδιά του ανθρώπου που αντιστέκεται.