18
Όταν πρωτοανέβηκες στον άμβωνα της δυστυχίας,
άρχισες να κηρύττεις ασυγκράτητος
μπροστά στα δακρυσμένα μάτια των θεατών.
Ελλείψει μαυροπίνακα
σημείωσες στο σώμα σου:
“Το Σθένος”, είπες, “δεν είναι δα και τόσο άχρηστο νόμισμα, όλο και κάτι κερδίζεις με αυτό”.
Τι κέρδισες λοιπόν πέρα απ’ την ατελείωτη ορθοστασία
πάνω στον ίδιο ετούτο άμβωνα;
(Στο ένα γόνατο έπεφτες σπάνια και μοναχά
για να ελέγξεις τα κορδόνια στα αθλητικά παπούτσια σου.)
Έκανες και το λάθος στα τελευταία σου γενέθλια
να εγείρεις πρόποση στους θεατές με κώνειο αντί σαμπάνιας.
Τα πόδια σου ήδη δεν νιώθουν την κούραση, σε λίγο ούτε η μέση.
Τα μάτια όλων έχουν στεγνώσει από καιρό.
Γλιστράνε τα βιτρό στο δάπεδο, στους τοίχους σκαρφαλώνουν, πέφτει νύχτα.
Αν δεν αποφασίσεις να γκρεμιστείς από ’κεί πάνω,
θα γίνεις μόνιμο ανθρωπόμορφο
στολίδι του Καθεδρικού.
Και τα αγάλματα δεν έχουνε φωνή.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.