Αναλύοντας τις εκδοχές του νόμου, δηλαδή τη σχάση και τις αντινομίες του, η εργασία αυτή αναφέρεται σε τρεις πρωταγωνιστές του νόμου: τον Kant, τον Sade και τον Kafka.
Ο Kant εισάγει την έννοια του νόμου ως καθαρή μορφή και την έννοια της ηθικότητας ως ιδιότητα του έλλογου όντος να ενεργεί χάριν των νόμων. Όταν συγκροτεί τον νόμο, η καντιανή φιλοσοφία δεν περιορίζεται στη φύση της ηθικής αλλά στην καθολικότητα του νόμου.
Ο Sade εισέρχεται με το έργο του -αυτήν την “ανοσιουργό φιλοσοφία”, όπως χαρακτηρίζεται η ιδιότυπη λογοτεχνία του- στη σφαίρα του νόμου, εισάγοντας μια θεμελιακή αντινομία: ο νόμος εγκαθιδρύει την κατάλυση των κανόνων του Λόγου μέσω του ίδιου του κανονιστικού Λόγου.
Ο Kafka παρωδεί με το έργο του τον νόμο και αναδεικνύει τις εκδοχές του: πρώτα στη “Δίκη”, συνδέοντας, όπως ο Kant, τον νόμο με τη μορφή της επιθυμίας και ύστερα στη νουβέλα του “Στη σωφρονιστική αποικία”, συναρτώντας, όπως ο Sade, τον νόμο με την απόλαυση.
Οπότε, οι εκδοχές του νόμου στη νεωτερικότητα ανακύπτουν σε τρεις τουλάχιστον περιπτώσεις:
– όταν ο νόμος θεμελιώνεται στον εαυτό του (καντιανός φορμαλισμός).
– όταν ο νόμος υπάγεται στη φύση, η οποία, προσηλωμένη στο κακό, ορίζει μια διεστραμμένη ανθρώπινη συμπεριφορά (σαδική ωμότητα).
– όταν ο νόμος αποσυναρμολογείται και καθίσταται προφανής η τυχαιότητα της συναρμογής του (καφκική ειρωνεία).
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.