“Ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς του 1994, ένας στρατός γιγάντων, ήτοι Ινδιάνων επαναστατών, κατέβηκε στις πόλεις ώστε να ταρακουνήσει τον κόσμο στο διάβα του. Έπειτα από λίγες μόνον ημέρες, ενώ το αίµα των νεκρών µας κυλούσε ακόµη ζεστό στους δρόμους, συνειδητοποιήσαμε ότι εκείνοι απ’ έξω δεν µας έβλεπαν. Συνηθισμένοι να κοιτάζουν τους Ινδιάνους αφ’ υψηλού, συνηθισµένοι να µας βλέπουν ταπεινωμένους, η καρδιά τους δεν καταλάβαινε την αξιοπρεπή µας επανάσταση. Το βλέµµα τους είχε σταματήσει στον έναν και µοναδικό µέτοικο τον οποίον αντίκρυσαν µε µία πάσα µοντάνια, παναπεί δεν είδαν τίποτε. Και οι αρχηγοί µας, άνδρες και γυναίκες, ανεφώνησαν: “Bλέπουν απλώς την δική τους µικρότητα. Ας κατασκευάσουμε ως εκ τούτου κάποιον τόσο μικρό σαν και αυτούς, ώστε να τον βλέπουν και να µας βλέπουν µέσω εκείνου…”.
Και τότε άρχισε ένας ελιγµός αποπροσανατολισµού, ένα τέχνασµα ινδιάνικης σοφίας, το οποίο προκαλούσε την νεωτερικότητα έσωθεν ενός εκ των προπύργιών της: των µέσων µαζικής ενηµέρωσης. Κάπως έτσι άρχισε η κατασκευή της φιγούρας η οποία ωνοµάσθη Μάρκος… Εκείνοι οι οποίοι αγάπησαν και µίσησαν τον υποδιοικητή Μάρκος, σήµερα γνωρίζουν πως αγάπησαν και µίσησαν ένα ολόγραµµα. Οι αγάπες και τα µίση τους ήσαν ανώφελα, στείρα, κενά, άδεια… Η φιγούρα επενοήθη και τώρα εµείς, οι δηµιουργοί της, άνδρες και γυναίκες Ζαπατίστας, την καταστρέφουµε… Θεωρούµε πως προκειµένου να ζήσει ο Γκαλεάνο είναι απαραίτητο εις εξ ηµών να πεθάνει. Και αποφασίσαµε πως σήµερα ο Μάρκος παύει να ζει…”.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.