“Και μια απ’ αυτές τις μέρες που γυρνούσα ξαναμμένος, μπήκα στον “Παρθενώνα”, μια ταβέρνα του Ρετίρο όπου σύχναζαν έλληνες ναυτικοί. Ένας από τους θαμώνες ήταν ο καπετάν Νικόλας, που διηγιόταν τις περιπέτειές του στις εφτά θάλασσες. Ο κρητικός μού είπε μια μέρα ότι ο Νικόλας ποτέ δεν υπήρξε καπετάνιος, κι όσα έλεγε ήταν σκέτα παραμύθια. Όμως, εγώ άκουγα με θαυμασμό και επιείκεια τα ψέματα που αράδιαζε εκείνος ο γέρος σε άθλια ισπανικά, και που ορισμένες φορές είχαν εικόνες απίστευτα όμορφες. Άλλες φορές πάλι με συνέπαιρνε το αποκαλυπτικό ύφος που είχε.
“Τι είναι το πιο ωραίο” ρωτούσε με βροντερή φωνή, υψώνοντας τα φρύδια και στρίβοντας το μουστάκι του. Κι ύστερα από μια εντυπωσιακή παύση, χάριζε την απάντηση στους υπόλοιπους θαμώνες:
“Το φως!”
Ζαλισμένος από το πιοτό, παρόλο που οι ιστορίες του διαδραματίζονταν σε υπερβόρειες χώρες, εγώ έβλεπα ολόλευκα μάρμαρα και νερά του Αιγαίου. Αυτός με εκτιμούσε και του άρεσε να με συστήνει στους συμπατριώτες του ως άνθρωπο-φαινόμενο που είχε διαβάσει Πλάτωνα και Αριστοτέλη σε αρχαία ελληνικά.”
Πώς συναντώνται τα πεπρωμένα ενός υψηλόβαθμου στελέχους της ΙΤΤ, ενός ολλανδού πειρατή του 17ου αιώνα κι ενός θρησκόληπτου ουρουγουανού ορφανού;
Τι συνδέει ένα πειρατικό ρεσάλτο, μια απαγωγή στη Νέα Υόρκη, την κλοπή ενός διάσημου πίνακα και τις πρόσφατες ανακαλύψεις των ανατολικών χωρών στην τεχνολογία της κατασκοπίας;
Τρεις διαφορετικές εποχές συγκλίνουν στις σελίδες του “Έκτου νησιού”, μυθιστορήματος αδιάκοπων εκπλήξεων και ανατροπών.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.