Γ΄
Κι όταν όλα σταματούν, όλα αρχίζουν, μ’ ακούς;
Όσοι έφυγαν έρχονται, βαριά, μ’ αργό καταπάνω, πάνω μου βάδισμα
Προσπερνούν και ακίνητοι τρέχουν
Με κοιτούν μ’ ένα γάβγισμα κόκκινο
Την ανάσα μου από κλάμα βαθύ παίρνουν
Και βογγούν και ξαφνιάζονται, σαν τα πουλιά να κρύψουν πού
Να δουν, να δουν τι; Την αλήθεια.
Τα τρομερά γραμμένα τους οι άνθρωποι, νύχτα φωνάζουν
στη σιωπή τους
Και το χέρι του ανέμου κρατούν
Ένα φύσημα όλοι μας στην πιο, την πιο, την πιο καταιγίδα.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.