“Εκείνη τη στιγμή έστρεψε το βλέμμα προς μια εφημερίδα που κάποιος είχε αφήσει επάνω στο διπλανό τραπεζάκι, ανοιχτή στις μεσαίες σελίδες. Άξαφνα, συνοφρυώθηκε παραξενεμένος, άρπαξε απότομα την εφημερίδα κι άρχισε να μασουλάει το νύχι του αντίχειρα, απορροφημένος εντελώς από την ανάγνωση. Βυθίστηκε στο κείμενο της ανοιχτής σελίδας και παράτησε σύξυλο τον συνομιλητή του. Ξεχνώντας την επιστροφή του στην Αθήνα και κάθε στοιχειώδη ευγένεια, σηκώθηκε σιγά σιγά σαν κουρδιστό παιχνίδι. Χωρίς να διακόπτει το διάβασμα, έκανε μερικά βήματα. Ακούμπησε την εφημερίδα σ’ ένα ψηλό τραπεζάκι που στηριζόταν σε μια μεταλλική κολόνα, και συνέχισε να διαβάζει όρθιος, όλο και πιο απορροφημένος.”
“Τρεις διαφορετικοί, απομακρυσμένοι και άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι που συμπεριφέρονται με πανομοιότυπο τρόπο, ένα μυστηριώδες και παντελώς άσημο ίδρυμα που μοιράζει εξωπραγματικά ποσά για ανεξήγητους λόγους, μία συντροφιά ετερόκλητων υπερηλίκων που περιλαμβάνει ακτιβιστές της αριστεράς και παλιούς χιτλερικούς, η Αθήνα του σήμερα, η Ρώμη, η Σεβίλλη, το Αμβούργο, η Σαρδηνία και το Παρίσι είναι μερικά μόνο από τα απειράριθμα στοιχεία που αποτελούν την πρώτη ύλη του χορταστικού πιάτου του Ντανιέλ Τσαβαρία. […]”
“La Jiribilla”
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.