Ο Λούκας και οι μονόλογοί του
Ρε συ, άκου να σου πω, δε φτάνει που τ’ αδέλφια σου μου τα ’πρηξαν ώς το μη παρέκει ενόσω σε περίμενα με τόση όρεξη να πάμε μια βόλτα, έχω και σένα να καταφτάνεις μούσκεμα, μ’ αυτή τη φάτσα κάτι ανάμεσα σε βαρίδι κι αναποδογυρισμένη ομπρέλα που κι αν την έχω δει τόσες φορές. Έτσι δεν κάνουμε προκοπή, να το ξέρεις. Τι σόι βόλτα θα ’ναι αυτή αν πρόκειται να σε κοιτάζω όλη την ώρα για να καταλάβω πως μαζί σου θα βραχώ ώς το κόκαλο, πως το νερό θα κατρακυλάει στο σβέρκο μου, πως τα cafes θα μυρίζουν υγρασία και θα ’χει σίγουρα μια μύγα στο κρασί μου;
Μπορώ να πω ότι δεν έχει νόημα να σου δίνει κανείς ραντεβού […].
———————————-
Μοίρα των εξηγήσεων
Κάπου πρέπει να υπάρχει μια χωματερή όπου στοιβάζονται οι εξηγήσεις.
Ένα μόνο πράγμα είναι ανησυχητικό σ’ αυτό το σωστό πανόραμα: ό,τι ενδέχεται να συμβεί τη μέρα που κάποιος θα κατορθώσει να εξηγήσει και τη χωματερή.
———————————-
Έρωτας 77
Κι αφού κάνουν όλα όσα κάνουν, σηκώνονται, πλένονται, πουδράρονται, παρφουμάρονται, χτενίζονται, ντύνονται, κι έτσι, σιγά σιγά, ξαναγίνονται αυτό που δεν είναι.
Πίσω από το όνομα “Λούκας” κρύβεται κάποιος «Χούλιο» που αφηγείται ιστορίες για τους αγαπημένους του πιανίστες, τις ζωές εκκεντρικών καλλιτεχνών, τα έθιμα ορισμένων αργεντινών οικογενειών, την αγάπη και τη φιλία. Ακούραστος ανατροπέας κανόνων, προσφέρει μέχρι και συμβουλές για το πώς να γυαλίσετε τα παπούτσια σας, να γράψετε ποιήματα, να δώσετε διαλέξεις, να καταφέρετε να σας πετάξουν έξω με τις κλοτσιές από μια συναυλία ή να κολυμπήσετε σε μια πισίνα με αλεύρι. Σε τελική ανάλυση, αυτό εδώ είναι περισσότερο ένα εγχειρίδιο κόντρα στη σοβαρότητα, παρά ένα βιβλίο μυθοπλασίας.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.